Ώρα μηδέν. Ξύπνημα νωρίς, φόρτωμα και φεύγουμε για τα σύνορα (Κήποι). Αρχίζουν οι πρώτες ταμπέλες "TURKEY", 45 χιλιόμετρα μέχρι εκεί και όλα πάνε καλά. Pερνάμε τα ελληνικά σύνορα και μπαίνουμε νεκρή ζώνη, ένας, δύο.. ΟΠΑ! Με το που πατάει στη νεκρή ζώνη το TA του Σπύρου, μένει από ηλεκτρονική (ένας κύλινδρος εκτός λειτουργίας, στροφόμετρο στο μηδέν). Περνάμε όλοι στη νεκρή ζώνη, με ένα απλό χτύπημα στην ηλεκτρονική όλα επανέρχονται στο φυσιολογικό αλλά η διάγνωση έχει γίνει ήδη. Από εδώ και εμπρός είναι θέμα απόφασης του οδηγού κυρίως. Μετά από αρκετή ώρα, σκέψη και πολλά τηλεφωνήματα, ο Σπύρος γυρίζει πίσω στην Ελλάδα για να παραλάβει στις επόμενες 1-2 ημέρες νέα ηλεκτρονική και εμείς συνεχίζουμε για μέσα. Κακός οιωνός αλλά συνεχίζουμε.. Αρχίζουμε να περνάμε το ποτάμι γεφυρούλα βαμμένη άσπρο-μπλε, άσπρο-μπλε, άσπρο μπλε άσπρο-κόκκινο, άσπρο-κόκκινο όπα.. εδώ είμαστε Φτάνουμε στο φυλάκιο με ένα ελαφρύ ψάρωμα και σταματάμε. Αρχίζουμε τις τυπικές διαδικασίες με μια μικρή δυσκολία στη συνεννόηση αφού οι άνθρωποι εκεί δεν μιλάνε παρά ελάχιστα αγγλικά. Ο Γιώργος παρόλαυτα χάρισε ενθουσιασμό και έκπληξη στον υπάλληλο του φυλακίου με το παρακάτω σύντομο διάλογο:
"motor..broum broum.!!"
"εεε yes yes."
"how many kilometers?" (εννοεί τελική ταχύτητα της μηχανής)
"180"
"POOOOOOOOOOOOOOOOOOOOOO..poooooooo..pooooooooo!!!"
σε συνδυασμό με διάφορες χειρονομίες!!!! Που ναχαμε και κανα hayabusa στην παρέα, σηκωτό θα τον παίρνανε

Αλλάζουμε χρήματα στην τράπεζα και αρχίζουμε να αισθανόμαστε κάπως περίεργα, κάπως πλούσιοι, αφού ένα χιλιάρικο δικό μας αντιστοιχεί σε κάτι λιγότερο από 2.000.000 TL !!!!! Τελειώνοντας με τα διαδικαστικά, περνάμε και το τελευταίο φυλάκιο και είμαστε πλέον ελεύθεροι να πάμε όπου θέλουμε!!!

Ξεκινάμε με στόχο την Κων/πολη (istanbul). Εντύπωση προκαλούν οι αντιδράσεις των ντόπιων στη θέα της ομάδας των μηχανών. Τα πιτσιρίκια σταθερά χαιρετούν γελώντας και φωνάζοντας ενώ οι μεγαλύτεροι θα κοιτάξουν σίγουρα ερευνητικά, μα ποτέ δεν θα αδιαφορήσουν, σίγουρα είναι κάτι αξιοπρόσεκτο για αυτούς (στη διάρκεια της παρουσίας μας στην Τουρκία, μας χαιρέτησε περισσότερος κόσμος από όσους με έχουν χαιρετήσει συνολικά μέχρι τώρα στο δρόμο). Αφού περνάμε μια μεγάλη περιοχή με χωράφια αρχίζουμε να μπαίνουμε σε κατοικημένες περιοχές, κοντά στη θάλασσα του Μαρμαρά. Σπίτια περίεργα, μόνο μπλοκ πολυκατοικιών και καθόλου μονοκατοικίες, βαμμένα σε χρώματα έντονα και λίγο αστείαΣταματάμε για το πρώτο γέμισμα στο βενζινάδικο και αφού πληρώσαμε το αστρονομικό ποσό των 6-7.000.000 ΤL (!!!!!) συνεχίζουμε ανατολικά με βαριά συννεφιά και αστραπές στο βάθος. Ευτυχώς μέχρι να φτάσουμε istanbul δεν φάγαμε σημαντική βροχή. Ένα περίεργο που μας συνέβη στο δρόμο, ήταν τα διόδια. Στο σημείο εισόδου του αυτοκινητόδρομου υπάρχει ένα μηχάνημα το οποίο εκδίδει ένα χαρτάκι, λίγο πριν μπεις στην πόλη σου ελέγχουν το χαρτάκι και ανάλογα με το πόση απόσταση έχεις κάνει στον αυτοκινητόδρομο, πληρώνεις ένα ποσό (το ίδιο ισχύει και στην περιοχή της Σμύρνης). Πάμε λοιπόν και σταματάμε εμπρός από το μηχάνημα και πατάμε το κουμπί. Βγαίνει ένα χαρτάκι, και φεύγει η πρώτη μηχανή. Ξαναπατάμε το κουμπάκι αλλά άλλο χαρτάκι δεν βγαίνει. Βρε καλό μου, βρε χρυσό μου τίποτα.. μια μπουνιά πάλι τίποτα Αρχίζουν να μαζεύονται αυτοκίνητα ακριβώς πίσω μας, τραβιέμαστε λίγο στην άκρη αλλά το κακό έχει γίνει, το μηχάνημα ψιλοκόλλησε και οι οδηγοί αρχίζουν να πετάνε μπουκετάκια στο μηχάνημα. αφού έχουν αρχίσει να πέφτουν τα κορναρίσματα και έχουμε ήδη ψυλλιαστεί ότι κάναμε χοντρή μαλ..και αφού το μηχάνημα δουλεύει με ανιχνευτή και έπρεπε να περάσουμε ένας ένας (αλλά με μεγάλη διαφορά για να καταλάβει μοτοσικλέτα όπως διαπιστώσαμε στη Σμύρνη), εμφανίζεται ουρλιάζοντας ακαταλαβίστικα αλλά απειλητικά και μας κάνει νοήματα. Μας κόβει μερικά χαρτάκια με το χέρι και ουσιαστικά μας έστειλε στο διάολο, ή όπου αλλού πηγαίνουν οι 'κακοί' μουσουλμάνοι :).

Τα προάστια την Κων/πολης είναι εντυπωσιακά στην πρώτη επαφή, αφού αποτελούνται από άφθονες πανομοιότυπες ψηλές πολυκατοικίες, βαμμένες όλες στα ίδια χρώματα να καταλαμβάνουν ολόκληρες πλαγιές βουνών. Η είσοδος στην πόλη υπήρξε μια σκέτη ταλαιπωρία. Μετά τα διόδια πάτε όλο ευθεία, μη στρίψετε δεξιά για αεροδρόμιο. Μπαίνοντας λίγο παραμέσα η σκέψη που με κατέκλυζε για πολύ ώρα ήταν "ΑΜΑΝ, ΧΑΘΗΚΑΜΕ". Η πόλη είναι ΤΕΡΑΣΤΙΑ, φανταστείτε την Αθήνα επί 4-5 φορές Αρχίσαμε να κοιτάμε χάρτες αλλά κάτι το μέγεθος της πόλης, κάτι το ότι δεν γράφουνε τα ονόματα των οδών στις γωνίες, δεν καταφέραμε και πολλά πράγματα. Ρωτάγαμε και κόσμο δεξιά και αριστερά αλλά καταφέραμε μόνο να έρθουμε σε απόγνωση αφού επιβεβαιώσαμε ότι δεν μιλάνε γρι αγγλικά (με ελάχιστες, μα ελάχιστες εξαιρέσεις). Βρήκαμε και έναν παππούλη που άρχισε να μιλάει δακρύζοντας για τις δικές τους χαμένες πατρίδες και τον παππού του που ήταν από Θεσσαλονίκη αλλά μέσα στη σύγχυση μας μάλλον δεν τον αντιμετωπίσαμε με την θέρμη που έπρεπε. Στη συνέχεια πάντως βρήκαμε πολύ κόσμο που μίλαγε με θλίψη για παππούδες και γιαγιάδες από Θεσσαλονίκη και Καβάλα. Σαν να μην έφτανε το ότι γυρίζαμε από εδώ και από εκεί χαμένοι, επιπλέον είχαμε να αντιμετωπίσουμε και το φαινόμενο που λέγεται "Οδηγός τροχοφόρου στην Κων/πολη". Άλλο να το ακούς και άλλο να το βλέπεις. Για πρώτη φορά έφτασα στο σημείο να σκεφτώ σοβαρά το ενδεχόμενο ότι δεν θα την έβγαζα καθαρή, και ότι κάτι θα γίνει και θα με μαζέψει κάποιος. Τελείως παρανοϊκή οδήγηση, πέρα από κάθε κανόνα και οδική λογική που γνωρίζετε. Ειδικά οι οδηγοί των μικρών λεωφορείων (dolmus) δεν παίζονται.

Και ενώ είχαμε φαει ήδη ένα γεμάτο 2ωρο αναζητώντας μάταια το ξενοδοχείο στο οποίο είχαμε κρατήσει δωμάτια, εμφανίζεται ως από μηχανής θεός ένα περιπολικό. Του δίνω στα γρήγορα το fax με τη διεύθυνση και μας κάνει νόημα να τον ακολουθήσουμε. Ε, αυτό που ακολούθησε ήταν από τις πιο αστείες στιγμές του ταξιδιού. Ο τύπος αρχίζει να κάνει την πιο παλαβή οδήγηση που μπορείτε να φανταστείτε, σφήνες, φρεναρίσματα πανικού και ακαριαίες στροφές, και εμείς να πρέπει να ακολουθούμε από πίσω. ήμασταν που ήμασταν θέαμα και από μόνοι μας, τώρα που είχαμε και περιπολικό να ανοίγει δρόμο φαντάζεστε τι γινόταν Κάποια στιγμή χώνεται σε έναν μονόδρομο αντίθετα. Κάπου φρακάρει και αρχίζει η γυναίκα συνοδηγός να φωνάζει από το μεγάφωνο να κάνουν δρόμο, χωρίς ιδιαίτερα αποτελέσματα. Οπότε ο τύπος με μια κίνηση τελείως υποτιμητική αλλά ταυτόχρονα φυσικότατη, αρπάζει το μικρόφωνο με μανία και αρχίζει μα λεει διάφορα από το μικρόφωνο. Δεν μπορώ να ξέρω τι τους είπε, πάντως αμέσως βρέθηκε χώρος να περάσουμε. Αφού μας άφησε χαμογελαστός στο ξενοδοχείο, ανάβει και την σειρήνα και φεύγει σπινταριστός ναναι καλά ο άνθρωπος και για τη βοήθεια και για το γέλιο που μας έδωσε. Το ξενοδοχείο μας (Grand Savur Hotel, 3ων αστέρων, Gencturk Caddesi Sirvanizade Sokak No 19 Sehzadebasi, Tel (0212)5194404-5, 5270139,5267753, fax (0212)5267758) ήταν πολύ καλό παρά το όνομά του και το συνιστώ, μπορείτε να το βρείτε στο internet και περιμένετε τιμή γύρω στα 40$ για δίκλινο. Επιπλέον παρείχε φυλασσόμενο γκαράζ για τις μοτοσικλέτες μας.


Suleymaniye Camii

Αφού ξεκουραστήκαμε λιγάκι αρχίσαμε πεζοπορία στις γύρω περιοχές με πρώτη στάση το Suleymaniye τζαμί. Ήταν η πρώτη φορά που μπαίναμε σε τζαμί και η όλη διαδικασία ήταν ενδιαφέρουσα. Βγάζεις τα παπούτσια σου, οι γυναίκες φοράνε μαντίλες στο κεφάλι και για να μπεις πρέπει να σηκώσεις μια βαριά κουρτίνα που σκεπάζει την είσοδο. Ο χώρος μέσα σου δίνει μια ηρεμία ενώ ακούγεται και ένα υπόκωφο μουρμουρητό από ανθρώπους που προσεύχονται (αυτό σε αντίστοιχες στιγμές που η ώρα είναι περασμένη και δεν υπάρχουν τουρίστες αλλιώς έχει αρκετή βαβούρα και μέσα). Το έδαφος είναι στρωμένο όλο με χαλιά ενώ το μέγεθος του κτηρίου όπως φαίνεται και από μέσα είναι επιβλητικό.

Συνεχίζουμε την πεζοπορία μας με οδηγό το Μπλε Βιβλίο για την Τουρκία και βρισκόμαστε στο Fatih Camii (το Camii διαβάζεται ως "τζαμί"). Κάπως πιο τουριστικό, παρόλαυτα εντυπωσιακό. Μετά από ώρα και ενώ είχε βραδιάσει ήδη, ψάχνοντας για φαγητό ξαναγυρίσαμε στην περιοχή του τελευταίου τζαμιού. Μετά από υπόδειξη μιας ντόπιας, καταλήξαμε στο Sehgade Mehmed Restaurant, το οποίο και προτείνω ανεπιφύλακτα, ήταν σαφώς το καλύτερο εστιατόριο το οποίο βρήκαμε όλες τις μέρες που ήμασταν στην Τουρκία. Ουσιαστικά είναι μέρος του Fatih τζαμί, διαμορφωμένο ως εστιατόριο. Με το που μπαίνεις ενθουσιάζεσαι. Παραδοσιακότατο σκηνικό με την αρχιτεκτονική του τζαμιού, τραπέζια στην αυλή μέσα ενώ γύρω γύρω παντού καναπές με μαξιλάρες όλα ντυμένα με παραδοσιακά υφάσματα και χαλιά κάτω στα οποία άραζες για τσαγάκι ή ότι άλλο (αλκοόλ απαγορευόταν όμως μέσα στο χώρο αυτό γιατί ήταν ιερός). Επιπλέον, υπήρχε ζωντανή μουσική από έναν τύπο σε μια εξέδρα που έπαιζε πολύ ωραίες μελωδίες στο ούτι του ενώ τραγουδούσε ταυτόχρονα. Η ποιότητα του φαγητού ξεπέρασε κατά πολύ τις προσδοκίες μας (μην ξεχάσετε να πάρετε το ρυζόγαλο για το τέλος!!!) ενώ οι τιμές ήταν σε λογικότατα επίπεδα. Αυτό που μας φάνηκε περίεργο (αλλά τελικά συνηθίσαμε αφού λίγο πολύ το κάνουν παντού στα εστιατόρια) ήταν το άψογο service του προσωπικού, πολύ μπροστά σε σχέση με τη νοοτροπία των ελλήνων εστιατόρων. Βέβαια σε μερικά σημεία έφτανε σε υπερβολές αλλά αυτό θα σας το αφήσω για έκπληξη, θα καταλάβετε όταν πάτε

Προηγούμενη σελίδα Επιστροφή στην αρχή Επόμενη σελίδα