Ισπανία 2002
Το ταξίδι αυτό έχει μια παράξενη ιστορία πίσω του. Περίπου 1,5 έτos
πριν είχα καταταγεί στο
Πολεμικό Ναυτικό για να εκτελέσω τη θητεία μου. Προσπαθούσα λοιπόν να βρω ένα
τρόπο να απασχολώ το μυαλό μου κάπου αλλού πέρα από αυτή την -τελείως- βαρετή
υπόθεση. Έτσι μου μπήκε η ιδέα, να ξοδέψω τον άφθονο χρόνο στο στρατό στο σχεδιασμό
ενός μεγάλου ταξιδιού προς την Ισπανία….. Πράγματι, αποδείχθηκε μια πολύ ωραία
ενασχόληση, ειδικά από ένα σημείο και μετά που είχα στη διάθεσή μου και Η/Υ
στο στρατό και μπορούσα να ξοδεύω άπειρες ώρες σε χάρτες και διαδρομές με τη
βοήθεια του Microsoft Auto route Europe 2002.
Πέρασε λοιπόν ο καιρός, και 9/8 παίρνω το απολυτήριο μου. Την ίδια μέρα εκδίδεται
το διαβατήριό μου (μετά από προηγούμενη συμφωνία με την νομαρχία Πειραιά) και
είμαι έτοιμος. Βέβαια όσο σχεδιασμό και προγραμματισμό να έχει κάνει κανείς,
όλο και κάτι προκύπτει την τελευταία στιγμή. Έτσι, βρίσκομαι την επόμενη 10/8
το πρωί-ξημερώματα, λίγες ώρες πριν να φύγω για το καράβι στην Πάτρα, με τα
κατσαβίδια στο χέρι να εκτελώ μερικές -περιττές τελικά- προληπτικές εργασίες
που σκέφτηκα το προηγούμενο βράδυ μέσα στον ανήσυχο ύπνο μου…
Μόλις τελείωσα το φόρτωμα, το λυπήθηκε η ψυχή μου το καημένο το Transalp. Μιλάμε
για πολύ βάρος, γύρω στα 10 κιλά κάθε πλαϊνή βαλίτσα, γύρω στα 12 ο σάκος πίσω
στη σχάρα με όλα τα σύνεργα camping, άλλα 7-8 το tank bag, κάτι ακόμα βοηθητικά
τσαντάκια , 145 κιλά οδηγός και συνεπιβάτης, συν όλα τα ρούχα (δερμάτινα που
είναι και βαριά) κράνη αξεσουάρ μηχανής (κάγκελα μηχανής stand κτλ κτλ…) υπολογίζω
σε ένα μικτό βάρος πάνω από 430 κιλά…. Πάντως είχαμε κάνει μια δοκιμαστική εκδρομή
το προηγούμενο ΣΚ μέχρι το Άστρος Κυνουρίας, να δω τη συμπεριφορά της μηχανής
με όλο αυτό το βάρος και κυρίως για να ελέγξω τη λειτουργικότητα των άφθονων
ιδιοκατασκευών που είχα φτιάξει στη μηχανή….
Το καράβι έφευγε 14.30,
αλλά πάντα πρέπει να είσαι κάνα 2ωρο πιο πριν. 12.00 φτάνουμε Πάτρα, στάση για
ένα τελευταίο φραπεδάκι επί ελληνικού εδάφους, και τον απαραίτητο εξοπλισμό
σε τρόφιμα για το καράβι. Το check in δεν πήρε πολύ χρόνο, και ενώ εγώ προσπαθούσα
να δέσω τη μηχανή στο άνετο πάρκινγκ του Superfast XI, η Αναστασία βρήκε ένα
πολύ ωραίο εξωτερικό αλλά προστατευμένο χώρο που υποσχόταν άνετο ύπνο για το
βράδυ.
Το ταξίδι πέρασε αρκετά άνετα, χαμένοι μέσα στα όνειρα, τις προσδοκίες αλλά
και την αγωνία μας για όσα περιμέναμε (ή δεν περιμέναμε) να συναντήσουμε. 25
ημέρες ταξιδιού… θα τα καταφέρουμε, θα πάνε όλα καλά, θα φτάσουμε μέχρι εκεί
και θα γυρίσουμε….; Όλα αυτά φαινόταν τόσο γλυκά αβέβαια εκείνες τις στιγμές….
Το ταξίδι αυτό το είχα σχεδιάσει τόσο μα τόσο πολύ που έπρεπε να είναι καλό,
είχα δημιουργήσει με τον καιρό χωρίς να το καταλάβω τόσο μεγάλες προσδοκίες
που το άγχος για το αποτέλεσμα ήταν έντονο. Καταραμένε στρατέ, τι μου έκανες…
Η έντονη βροχή που έπεφτε από τις πρώτες πρωινές ώρες πάντως δεν βοηθούσε στο
να χαλαρώσουμε.
Κατά τις 11.00 το πρωί φάνηκε επιτέλους η Ανκόνα, μέσα σε μια θολούρα και βαριά συννεφιά. Μαζεύουμε τα πράγματα μας, κατεβαίνουμε στη μηχανή, παίρνουμε μερικές ανάσες και……
Ancona… Δε βρέχει οριακά και προς τα εκεί που πάμε φαίνεται να ανοίγει. Συγκίνηση, συνειδητοποιούμε ότι πατάμε Ευρώπη και μπορούμε να πάμε όπου θέλουμε, ότι βρίσκομαστε επιτέλους πραγματικά εκεί που για ενάμιση χρόνο έβλεπα μια κουκίδα στο χάρτη….
Στάση για βενζίνη, συνεννόηση με το παλικάρι στο βενζινάδικο (για οδηγίες προς autostrada) απογοητευτική. Τέλος πάντων την βρίσκουμε και αρχίζουμε να κυλάμε πάνω στη τόσο διάσημη άσφαλτο των ευρωπαϊκών αυτοκινητοδρόμων. Η πρώτη εντύπωση είναι ότι πρόκειται απλά για ένα καλό δρόμο και τίποτα παραπάνω, με ωραίο σκηνικό, αρκετή πρασινάδα με έντονα χρώματα λόγω της βροχής που μόλις είχε σταματήσει.
Ανεβαίνουμε με κατεύθυνση Bologna-Milano αλλά στο ύψος του Forli αφήνουμε την autostrada. Στόχος μας είναι η Φλωρεντία. Η διαδρομή μέχρι εκεί είναι πολύ όμορφη, αφού πρέπει να περάσεις από τα Απέννινα όρη, σε μια διαδρομή γνωστή στο μοτοσυκλετιστικό κόσμο. Ωραίος καιρός-λιακάδα, πανέμορφα τοπία με πολύ ωραίο δάσος, πολύ στροφιλίκι (χρειάζεται και καμιά ματιά στον καθρέπτη γιατί περνάνε κάτι supersport με 'πολλά' και καλό είναι να είσαι προετοιμασμένος). Πρώτη στάση για ξεκούραση σε χωριουδάκι, μαγαζάκι αναψυκτήριο. Παίρνω μια Fanta πορτοκάλι… 1.80 Ευρώ παρακαλώ… Δε μας άρεσε αυτό. Αν ένα κουτάκι αναψυκτικό κάνει τόσο στο χωριό στο πουθενά, τότε στη Φλωρεντία και παραπέρα, πόσο;…. Περνάμε την κορυφή και κατεβαίνουμε προς Φλωρεντία (ηλιόλουστος καιρός, αλλά η θερμοκρασία γύρω στους 16 βαθμούς!)
Firenze… Ψάχνουμε για το
κάμπινγκ Michelangelo, το οποίο βρίσκουμε με τη βοήθεια ντόπιου. Το κάμπινγκ
το είχα εντοπίσει από το Internet, καλής κατηγορίας θεωρητικά, και έχοντας το
μυαλό μου πολύ θετικά σχόλια για τα ευρωπαϊκά κάμπινγκ από φίλους, βλέποντας
την πρασινάδα εκεί γύρω αναθάρρησα, λέω καλά είμαστε εδώ…..
Μάπα το κάμπινγκ όμως… Πήχτρα στον κόσμο (ε, 11 Αυγούστου τι περίμενες θα πει
κανείς…), ακριβό (23 Ε 2 άτομα σκηνή και μηχανή) με μέτριες εγκαταστάσεις και
κακούς χώρους, σε πλαγιές και λόγω της βροχής την προηγούμενη με αρκετές λάσπες.
Απογοητευμένοι, στήνουμε τη σκηνή με τον καιρό από πάνω να σκέφτεται αν θα βρέξει
ή όχι. Φεύγουμε για περπάτημα στην πόλη. Κλείδωμα μηχανής (με ένα μικρό άγχος
για το πώς θα τα πήγαινε η καυμενούλα μονάχη παρατημένη για πρώτη φορά στην
ξένη χώρα.., μπορεί να ένιωθε και καλά καθώς η 'μαμά', το εργοστάσιο κατασκευής
ήταν κάπου στη χώρα αυτή…) και με σκέψεις για τη φήμη των ιταλών αλαφροχέρηδων
ακολουθούμε το ποτάμι…
Δεν χρειάζονται πολλά λόγια για τη Φλωρεντία, όποιος έχει πάει τη θυμάται πολύ
καλά, όποιος δεν έχει πάει τη φαντάζεται όμορφη, ρομαντική και γραφική, όπως
είναι και στην πραγματικότητα.
Πέρα από το ποτάμι και τις γεφυρούλες, όλη η πόλη έχει μια γοητεία, αυτό που
μας άφησε όμως άφωνους είναι το πραγματικά εκπληκτικών διαστάσεων Duomo. Κάποια
στιγμή και αφού έχει μεσολαβήσει φαγητό σε πιτσαρία (the real thing!) και πολύ
περπάτημα, διαπιστώνουμε ότι έχουμε χαθεί! Αρχίζει να νυχτώνει, και εμένα με
ζώνουν τα μαύρα φίδια για την τύχη της μηχανής μου στα σκοτεινά δρομάκια της
Φλωρεντίας. Μετά από πραγματικά πολύ περπάτημα επιτέλους επιστρέφουμε στη μηχανή
και γυρίζουμε στο κάμπινγκ. Πολύ φασαρία, βαβούρα και άνθρωποι ενοχλητικοί.
Με την πρώτη διαπιστώνουμε ότι για κάποιο περίεργο λόγω, αυτοί που κάνουν την
πιο πολύ φασαρία είναι Γάλλοι… για δες….
Ξημερώνει, και φεύγουμε νωρίς δυτικά. Περνάμε από Pisa και πηγαίνουμε στον περίφημο πύργο. Εντυπωσιακός από κοντά, παρά τον αρκετό τουρισμός αξίζει μια επίσκεψη. Αρχίζω να νιώθω μια βαθιά χαρά, βρίσκομαι σε μέρη που θυμάμαι μικρός να φαντάζομαι τόσο μάκρυνά λες και ήταν σε άλλο πλανήτη, και όμως είμαι εδώ. Νιώθω μια αγάπη να με πλημμυρίζει, για τη μηχανή μου, τη γυναίκα μου που με συνοδεύει και μοιράζεται όλα αυτά μαζί μου, για τους γύρω μου... επανέρχομαι στην πραγματικότητα, αφού εντοπίζω εκεί δίπλα ένα ελληνικό Africa μου είχαμε δει και όταν κάναμε το check in στην Πάτρα. Τα παιδιά που το είχαν πηγαίνανε Βαρκελώνη, ίσως και να ξαναβρισκόμασταν!
Βορειοδυτικά για La Spezia. Αφήνουμε την autostrada και κατευθυνόμαστε προς τη θάλασσα. Πολύς τουρισμός, καλοκαιρία(=ζέστη) αλλά δεν αποκαρδιωνόμαστε αφού έχουμε πολύ συγκεκριμένο στόχο, το χωριό Manarola. Είχαμε δει μια φωτογραφία του στο internet και είχαμε πει πως έπρεπε οπωσδήποτε να πάμε να το δούμε από κοντά. Ωραία τοπία μας συνοδεύουν, είμαστε σε κάποιο υψόμετρο, πρασινάδα και ακριβώς από κάτω καταγάλανη θάλασσα. Φτάνουμε στη Manarola, η οποία από μακριά, όπως και τα δίπλα χωριά, φαντάζει πολύ όμορφη εκεί που είναι χτισμένη Όμως όταν φτάνουμε στην είσοδο του χωριού μια δυσάρεστη έκπληξη μας περιμένει, αφού πρέπει υποχρεωτικά να αφήσεις το όχημα σου και να κατέβεις με τα πόδια στο χωριό. Με όλα τα πράγματα φορτωμένα στη μηχανή, δερμάτινα, ντάλα μεσημέρι με ήλιο και ζέστη, πώς να κατέβεις (και μετά να ανέβεις) 2 χιλιόμετρα δρόμο; (Δρόμος υπήρχε αλλά μόνο για τους κατοίκους.. Φυσικά λόγω καταγωγής όφειλα να προσπαθήσω να δωροδοκήσω τον φύλακα για να περάσουμε πλην όμως δεν δούλεψε…) Τέλος πάντων προσπαθώ να πείσω το φύλακα τουλάχιστον να κοιτάει τη μηχανή μου, παίρνουμε τα πολύτιμα (tank bag) και κατεβαίνουμε. Όμορφο αλλά…. Κάτι λείπει. Δεν υπάρχει ζωή, ζεστασιά, εκεί που σε εμάς θα υπήρχαν 10 καφετέριες να αράξεις, να θαυμάσεις τη θέα και να πιεις κάτι, δεν μπορούμε να βρούμε ένα παγκάκι να κάτσουμε ή λίγο νεράκι να πιούμε.
Αποφασίζουμε ότι δεν αξίζει την αγάπη μας και φεύγουμε από εκεί. Ωραία μέρη
βρε παιδί μου, αλλά αν δεν ξέρεις να τα χαρείς τι τα θες….
Ακολουθώντας μικρά δρομάκια παράλληλα με την ακτή αλλά σε κάποιο υψόμετρο πάντα,
και με ωραία θέα προς τα κάτω, προσπαθούμε να ξαναενωθούμε με την autostrada
και να συνεχίσουμε προς Menton, στα σύνορα Ιταλίας-Γαλλίας. Πράγματι παίρνουμε
την autostrada και…..
…υποκλινόμαστε στην μαστοριά των Ιταλών σχεδιαστών. Τι να πεις., τα 100-120
χιλιόμετρα μέχρι τα σύνορα είναι ένα θαύμα της σύγχρονης οδοποιίας, μια κατάσταση
που στην αρχή σε εντυπωσιάζει, σου φαίνεται απίστευτο ότι μπορεί να υπάρχει
με τέτοια διάρκεια, τελικά όμως την αποδέχεσαι με μια φυσικότητα, σαν να μην
μπορούσε η πραγματικότητα να είναι αλλιώς, καταλαβαίνεις ότι έτσι ΠΡΕΠΕΙ να
είναι μια εθνική. Τούνελ, αερογέφυρα, τούνελ, αερογέφυρα… και αυτή η εναλλαγή
συνεχίζεται δίχως τέλος. Φανταστείτε ένα τοπίο σαν την Κακιά Σκάλα τη δικιά
μας, μόνο πολύ πιο τραχύ, με βαθιές χαράδρες, και ένα δρόμο να το διασχίζει
σε ένα υψόμετρο 200-300 μέτρων από τη θάλασσα σε ευθεία γραμμή, αδιαφορώντας
εντελώς για το γεωφυσικό ανάγλυφο. Οι άνθρωποι σχεδίασαν στο χάρτη το δρόμο,
είπαν ο δρόμος πρέπει να περνάει από εδώ, και όπου η φύση διαφωνούσε, τώρα υπάρχουν
τούνελ και πανύψηλες αερογέφυρες. Προτείνω ανεπιφύλακτα να ενσωματώσετε το κομμάτι
αυτό της διαδρομής σε κάποιο ταξίδι σας, μόνο για να έχετε την εμπειρία της
οδήγησης σε αυτό το θαύμα. Νιώσαμε μεγάλο θαυμασμό για την τεχνική και την αποφασιστικότητα
των κατασκευαστών, και ντροπή για την ανικανότητα τη δικιά μας, η κακιά σκάλα
είναι για γέλια συγκριτικά….Μιας και ξεκίνησα τα καλά των ξένων αυτοκινητοδρόμων,
να επισημάνω την άψογη σήμανση, τα χρησιμότατα Area di Servizio καθώς και την
οδηγική παιδεία των Ιταλών, οι οποίοι μπορεί να πάνε γρήγορα αλλά ξέρουν τι
κάνουν και δεν πάνε αέρα πατέρα σαν τους δικούς μας 'γρήγορους', ξέρουν τη θέση
τους στο δρόμο πολύ καλά.
Φτάνουμε στο Menton, και
ψάχνουμε για κάμπινγκ. Προσπαθούμε να επικοινωνήσουμε με ντόπιους αλλά δεν υπάρχει
μεγάλη προθυμία, έτσι για πρώτη φορά κάνουμε χρήση των πολύτιμων γραφείων τουρισμού,
ενός θεσμού πάρα πολύ διαδεδομένου σε όλες τις ευρωπαϊκές πόλεις που επισκεφτήκαμε.
Αφού πήραμε οδηγίες, βρήκαμε το κάμπινγκ της περιοχής και έπειτα από συνεννόηση
με την (καθόλου ενθουσιασμένη για την καταγωγή μας…?) ιδιοκτήτρια τακτοποιούμαστε
σε ένα ακόμα μετριότατο κάμπινγκ, τουλάχιστον ήξερα ότι δεν έπρεπε να περιμένω
κάτι ιδιαίτερο και δεν μας πείραξε. Μετά από ένα μπάνιο, ξεκινάμε για το διπλανό
πριγκιπάτο του Μονακό. Πανύψηλα κτήρια, πολύ χλιδή διάχυτη παντού, ακριβά αυτοκίνητα
(στην αλάνα κάτω από το μαγαζί που κάτσαμε για μια μπύρα είχε 4 Ferrari και
2 Porsche)…Φυσικά περάσαμε από όλες τις γνωστές (μέσα από τον αγώνα της Formula
1) τοποθεσίες όπως το τούνελ, τη μεγάλη στροφή των 180 μοιρών, τη γεφυρούλα,
την ανηφόρα στο λιμάνι κτλ… Περίεργη αίσθηση να οδηγείς και στην άκρη της στροφής
να βλέπεις τις χαρακτηριστικές ασπροκόκκινες γραμμές της πίστας. Ένα άλλο πράγμα
που συνειδητοποιήσαμε για τα καλά, είναι η αντιμετώπιση των οδηγών προς τους
πεζούς, ο πεζός έχει προτεραιότητα παντού (αν και φροντίζουν να τη χρησιμοποιούν
μόνο στις διαβάσεις) και οι οδηγοί είναι πρόθυμοι να σταματήσουν αδιαμαρτύρητα
παντού για να σε προφυλάξουν. Αποφασίσαμε να κάνουμε και μια δοκιμή, ελπίζω
ο οδηγός του θηριώδους jeep να μη μας κρατάει κακία για την απόφαση να προσποιηθούμε
ότι θα πεταχτούμε μπροστά του στα 10 μέτρα και ενώ πήγαινε με 50 χλμ/ωρα. Παρά
το απίστευτο φρενάρισμα (καπνοί, ABS κτλ) δεν φάνηκε να έδωσε σημασία, ενώ όλοι
γύρω το αντιμετώπισαν τελείως φυσιολογικά… (Σε αντίστοιχη περίπτωση στην Ελλάδα,
σε είχε πατήσει, είχε βγει έξω και σε έβριζε ασταμάτητα….).
Πίνοντας μπυρίτσα με θέα τη μαρίνα του Monaco νιώθουμε μια αίσθηση χαλάρωσης
για πρώτη φορά από τότε που ξεκινήσαμε… ανανεωμένοι και αισιόδοξοι για τη συνέχεια,
γυρνάμε στο κάμπινγκ για ύπνο.
Φεύγουμε παραλιακά και κάνουμε μια προσπάθεια να μπούμε Cannes, πρίν κάν να βγούμε στην παραλία όμως συναντούμε απίστευτη κίνηση-μποτιλιάρισμα και αναγκαζόμαστε να υποχωρήσουμε (Σημ. μικρό μπουκάλι νερό 1.8 Ευρώ). Φεύγουμε για τα βουνά, πάμε για Grasse και μετά από ταλαιπωρία στον εντοπισμό του σωστού δρόμου συνεχίζουμε για Gorges du Verdon. Η διαδρομή προς το φαράγγι ωραία, αλλά το πιο εντυπωσιακό είναι το ίδιο το φαράγγι, αξίζει τελικά την παράκαμψη από τον αυτοκινητόδρομο.
Συνεχίζουμε δυτικά στα βουνά
και έπειτα από αρκετή ώρα ξαναπιάνουμε τον αυτοκινητόδρομο για κάτω. Φτάνουμε
Aigues-Mortes, καθώς στην ευρύτερη περιοχή είχα εντοπίσει πολλά κάμπινγκ. Στο
γραφείο τουρισμού μας ενημερώνουν ότι στην περιοχή δεν υπάρχει ούτε ξενοδοχείο
ούτε κάμπινγκ ελεύθερο (πράγματι είχε πολύ τουρισμό αν και η περιοχή δεν έλεγε
τίποτα, σα βαλτότοπος μας φάνηκε). Τι να κάνουμε, φεύγουμε για Montpellier μήπως
και βρούμε έστω ένα ξενοδοχείο εκεί. Μετά τα πρώτα 10 ξενοδοχεία που φυσικά
ήταν και αυτά γεμάτα, αρχίζει να σουρουπώνει, και εμείς να απελπιζόμαστε.
Εδώ είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε για άλλη μια φορά το πόσο διαφορετικοί
λαοί είμαστε σε κάποια θέματα με τους 'Ευρωπαίους'…Λίγο έξω από το Montpellier
εντοπίζουμε ένα κάμπινγκ και πάμε προς τα εκεί μήπως φανούμε τυχεροί. Φτάνουμε
κατά τις 20.30, η reception κλειστή και το ωράριο σε εμφανές σημείο, που τόνιζε
ότι δεχόταν πελάτες μέχρι τις 20.00. Κολλάμε με μια άλλη δυστυχισμένη κοπέλα
τη φάτσα μας στο παράθυρο της υποδοχής, μέσα η ιδιοκτήτρια και η οικογένεια
της τρώνε σούπα. Αδιαφορεί… μας κοιτάει., αδιαφορεί και συνεχίζει να αδιαφορεί
παρά την εμφανέστατη ανάγκη μας για κάνα 5 λεπτο. Στη συνέχεια εμφανίζεται στην
πόρτα, και με ένα τελείως απαξιωτικό ύφος, είπε κάτι στα γαλλικά, το νόημα του
οποίου εύκολα γινόταν αντιληπτό…
Βγαίνουμε στην εθνική για Beziers, τα ίδια και εκεί, και σε όλα τα ξενοδοχεία
που συναντούσαμε δίπλα στην εθνική.
Ανασύνταξη σε βενζινάδικο όπου και αποφασίζουμε μέσα στην απελπισία μας να οδηγήσουμε
βραδιάτικα για Βαρκελώνη. Μετά από καμιά ώρα, και ενώ αρχίζει να φυσάει πολύ
καθώς πλησιάζουμε την ανεμοδαρμένη περιοχή του Perpignan, αποφασίζουμε να απαλλάξουμε
τους εαυτούς μας από την δοκιμασία αυτή και στήνουμε τη σκηνή χύμα πίσω από
ένα βενζινάδικο. Ξεκούραση για 4-5 ώρες μέχρι να χαράξει και πάλι στο δρόμο
για Βαρκελώνη.
Σύντομα με χαρά διασχίζουμε τα (ανύπαρκτα) σύνορα και βρισκόμαστε σε Καταλονικό έδαφος, με τις διπλές ονομασίες στις πινακίδες (άλλη λέξη για την Ισπανική γλώσσα, άλλη για την τοπική Καταλονική). ΑΑΑααα… Ισπανία.. σωθήκαμε λέμε, εδώ θα περάσουμε καλά, τέρμα τα προβλήματα. Συνεχίζουμε και ξαφνικά χανόμαστε σε πηχτή ομίχλη που μετατρεπόταν σε νερό πάνω στα ρούχα και το κράνος. Διακρίνω ένα βενζινάδικο, σταματάμε για λίγο αλλά καθώς η ώρα περνά και δεν φαίνεται αλλαγή αποφασίζουμε να συνεχίσουμε. Μετά από κάνα μισάωρο οδήγησης και ενώ προσεγγίζουμε την Βαρκελώνη ο καιρός ανοίγει, μας πλημμυρίζει αισιοδοξία. Ακολουθούμε προσεκτικά τις πινακίδες προσπαθώντας να βγούμε στο νότιο τμήμα της πόλης, στο Castelldefels όπου ξέρω ότι υπάρχουν τα camping της πόλης. Αδύνατο, είμαστε χαμένοι, γυρίζουμε ασταμάτητα στα δεκάδες roundabouts των προαστίων και άκρη δε βγάζουμε. Τελικά μετά από 1+ ώρα ψάξιμο εντοπίζουμε το κάμπινγκ και επιτέλους, βρίσκουμε ένα κάμπινγκ πολυτελείας, με την πισίνα του, το γκαζόν, καθαρότατο, τρομερές εγκαταστάσεις , πρασινάδα και πολύ χώρο (οδηγίες και τιμές για το camping). Στη reception συναντούμε 3 έλληνες με μηχανές, οι οποίοι μόλις έφευγαν ενθουσιασμένοι από την πόλη. Στήνουμε τη σκηνή, μπανάκι και πάμε για την πόλη, που μπορεί να είναι λίγο μακριά (16 Κμ) αλλά η σύνδεση με το κάμπινγκ είναι πολύ εύκολη, αφού ακολουθείς την autovia που περνά έξω από το κάμπινγκ και πηγαίνοντας όλο ευθεία βγαίνεις στην καρδιά της πόλης.
Η Βαρκελώνη μας ενθουσίασε από την πρώτη μέχρι την τελευταία στιγμή που περάσαμε εκεί. Όμορφη πόλη, κεφάτη, με ζωντάνια, ρυθμό, happenings παντού, αμέτρητα πράγματα να δεις. Τι να πρωτοθυμηθώ… το cathedral, το aquarium (αν σας περισσεύει χρόνος, λίγα χρήματα και θέλετε να δείτε μεταξύ άλλων εντυπωσιακών έναν καρχαρία 5 μέτρων να περνά δίπλα και πάνω από το κεφάλι σας τότε περάστε μια βόλτα και από εκεί…) τα δρομάκια… Τα κτiρια του Gaudi… Τι τρομερό ταλέντο πρέπει να είχε αυτός ο άνθρωπος, τα κτiρια του είναι από τις πιο ωραίες ανθρώπινες κατασκευές που έχουμε δει, παραμυθένια και εξωπραγματικά. Το ίδιο απόγευμα είχαμε και τη μοναδική άσχημη στιγμή του ταξιδιού. Γυρίζουμε από ένα περίπατο στη κατάμεστη La Rambla και πάω δίπλα στη μηχανή μου. Πιο δίπλα ένας Ιταλός, περίλυπος εξετάζει το BMW RT του. Μας ενημερώνει λοιπόν, ότι κάποιο αυτοκίνητο έριξε όλη τη σειρά με μηχανές (καμιά 10αριά μηχανάκια) τα ξανασηκώσανε αλλά καλά θα έκανα να ψάξω για ζημιές. Πράγματι, ένας γρήγορος έλεγχος έδειξε αρκετά λυγισμένη μανέτα φρένου, κάγκελο εμπρός μέσα να ακουμπάει το πλαστικό, κάγκελο πίσω (βαλίτσας) και αυτό λίγο μέσα, και ένα μικρό σπάσιμο γύρω στα 2εκ. στο εμπρός φαιρινγκ. αφού απολαύσαμε ένα παραδοσιακό φαγητό με paella και την αγαπημένη μας έκτοτε ensalada mixta, γυρίζουμε το βραδάκι στο κάμπινγκ και πνίγουμε τον πόνο μας στη σαγκρία… Την επόμενη μέρα καφεδάκι κάτω από ένα ακόμα πανέμορφο κτήριο του Gaudi, (καφέδες, φαγητό και μπύρα πάρα πολύ φτηνά) επίσκεψή στο cathedral, στο πάρκο-μουσείο του Gaudi, φυσικά στην απερίγραπτης ομορφιάς Sagrada Familia (μην το χάσετε με τίποτα, δεν χρειάζεται να μπείτε μέσα, τουλάχιστον απέξω). Ή Βαρκελώνη είναι μια πόλη στην οποία μπορείς να κινείσαι μέρες βλέποντας συνεχώς νέα και ενδιαφέροντα πράγματα. Τη συνιστώ έστω και αεροπορικώς, μπήκε στην καρδιά μας…
Επόμενη μέρα, φεύγουμε για
Tarragona, μια κοντινή παραλιακή πόλη καμιά 100αρια Κμ πιο πέρα, η οποία και
θα ήταν η τελευταία παραλιακή, μετά από αυτό θα εγκαταλείπαμε την ακτογραμμή
και τον άθλιο μαζικό τουρισμό της για μια πιο αυθεντική εικόνα της χώρας στο
εσωτερικό. Στην Tarragona δεν καταφέραμε να βρούμε κάποιο κατάλυμα πέρα από
ένα ακόμα άθλιο κάμπινγκ με ορδές τουριστών κυρίως Γάλλων, του χειρότερου είδους
τουρίστα... φωνές, παρέες μεγάλες, φασαρία. Ευτυχώς στο κάμπινγκ αυτό δεν μείναμε
καθόλου πέρα από τον ύπνο, αφού φύγαμε αμέσως μετά από ένα μπάνιο για να συναντηθούμε
με τον Joosep, έναν ισπανό transalper που ήξερα μέσω της διεθνούς λίστας. Πήγαμε
στο σπίτι του στο Valls, μας μαγείρεψε ένα νοστιμότατο σπιτικό φαγητό, γνωρίσαμε
τη γυναίκα του, κουβεντιάσαμε και περάσαμε ευχάριστα το μεσημέρι. Το απόγευμα
μας συνόδευσε στην Tarragona, μας ξενάγησε στην πόλη, καθίσαμε για μια cerveza
και με την κουβέντα διαπιστώσαμε πολύ μεγάλες ομοιότητες ανάμεσα στις συνήθειες
των δυο λαών.
Το βραδάκι αποχαιρετιστήκαμε, συνεχίσαμε να γυρνάμε στην πόλη, (σε κάθε πλατεία
είχε και μια μικρή συναυλία) και καταλήξαμε να παρακολουθούμε fiesta me παραδοσιακούς
χορούς στην πλατεία με αναψυκτικά και tappas…
Φεύγουμε πρωί για μέσα, δυτικά προς Reus, More d Ebre, Alcaniz,Teruel. Επαρχιακό δίκτυο με μικρά χωριουδάκια, σε ένα από αυτά σταματάμε για πρωινό, παραγγέλνουμε bocadillos και 'καφέ με γάλα' οπότε στο άκουσμα των ελληνικών ο σερβιτόρος αρχίζει να μας λέει την ιστορία του (..πως ήταν από τη Ρουμανία, και ήταν στην Ελλάδα 3χρόνια, και πως ήταν στην καρδιά του, και γιατί έφυγε κτλ κτλ…) και αφού περνάμε ένα απαράδεκτο κομμάτι με έργα για 12 Κμ, περνάμε όλη τη Serrania de Cuenca, καταλήγουμε στο πανέμορφο (τι έκπληξη!) κάμπινγκ έξω από την Cuenca, με αξιοπρεπέστατο κόσμο, απλά γιατί ήταν ντόπιος τουρισμός, οικογένειες Ισπανών (και δεν είχε ούτε ένα Γάλλο). Μπάνιο και χαλάρωμα στην πισίνα για κάνα 2ωρο στην πισίνα, και πάμε για Cuenca. Ωραία μικρή πόλη, με το cathedral της, τα 'κρεμαστά σπίτια', ένα ωραίο ποτάμι και πολλά όμορφα μαγαζάκια όπου είχαμε χορταστικότατο φαγητό, ποτό άφθονο και όλα αυτά για πολύ λίγα χρήματα. Πέσαμε και σε έναν ακόμα γάμο (είχαμε δει και άλλο την Tarragona) και είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε για ακόμα μια φορά την καλογουστιά στο ντύσιμο των Ισπανών (καλόγουστες και εντυπωσιακές τουαλέτες, κοστούμια κτλ..). Μετά το φαγητό κάτω από το cathedral γυρίζουμε στο κάμπινγκ πολύ ικανοποιημένοι από την ημέρα αυτή για ξεκούραση. Οι ισπανοί στο κάμπινγκ είχαν στήσει γλέντια, με μουσικές ,μπάρμπεκιου και άλλα ωραία πράγματα. Καλοί άνθρωποι, έξω καρδιά….
Την επόμενη μέρα ταξιδεύουμε για Τολέδο. Κάνουμε μια στάση στην Ocana και απολαμβάνουμε έναν από τους πιο πετυχημένους καφέδες στα χρονικά (cafe con lecce) σε μπαρ στυλ far west. Φτάνουμε στο Τολέδο και ω! τι τύχη, βρίσκουμε αμέσως ελεύθερο ξενοδοχείο. Η πόλη είναι ατμοσφαιρική, εκπέμπει μεσαίωνα, ιππότες, με μικρά δρομάκια, μαγαζιά παντού με μοναδικά εμπορεύματα (πανοπλίες, μαγευτικά Δαμασκηνά σπαθιά) και έναν ωραίο καθεδρικό μέσα στον οποίο ακουγόταν ψαλμωδίες και υπήρχε κατανυκτική ατμόσφαιρα. Υπάρχει ένας περιφερειακός δρόμος έξω από την πόλη (ακολουθήστε τις πινακίδες για La Ronda) με ανεμπόδιστη θέα στην πόλη, με τον ποταμό να τη συνοδεύει από κάτω. Στην απογευματινή βόλτα μετά τη ξεκούραση και τη μεσημεριανή ζέστη, διαπιστώνουμε ότι όλα τα μαγαζιά έχουν κλείσει από τις 6, και τίποτα δεν μπορούμε να αγοράσουμε από όλα αυτά τα ωραία που είχαμε δει για δώρα. Καθώς είναι κάπως τουριστική πόλη με τις δικές της τιμές, αποφασίσαμε να δοκιμάσουμε τα τοπικά McDonalds (στα οποία τελικά έμελλε να γίνουμε τακτικοί επισκέπτες στην πολύ ακριβότερη Γαλλία). Το βραδάκι βγήκαμε ξανά έξω από την πόλη, ανεβήκαμε ψηλά με τη βοήθεια της La Ronda και απολαύσαμε την τοπική μπύρα με θέα το φωτισμένο Τολέδο.
Την επόμενη αφήνουμε τον κεντρική Ισπανία και φεύγουμε για Ανδαλουσία, για τη Γρανάδα. Παίρνουμε την autovia για νότο (τι ωραίο πράγμα οι autovias, ούτε διόδια ούτε τίποτα…) και σύντομα το σκηνικό αλλάζει. Όπου μπήκαμε σε μικρότερους δρόμους, τα χωριουδάκια έδιναν μια αίσθηση ταινίας γουέστερν και lucky luck, ξεροτόπια και απέραντοι ελαιώνες, όσο βλέπει το μάτι…. Ενώ η θερμοκρασία αρχίζει να ανεβαίνει, μπαίνουμε στη Γρανάδα και πέφτουμε μπροστά στο κάμπινγκ Sierra Nevada. Περνάμε το απόγευμα πάλι στην πισίνα (γενικώς η διαμονή στη Γρανάδα ήταν κυρίως ξεκούραση και ανασυγκρότηση) και το βράδυ κάνουμε μια βόλτα στην αρχή του βουνού και την πόλη. Μπυρίτσες και φαγητό (λογαριασμός 9 Ευρώ!) ενώ συνεχίζουμε ξανά με σανγκρία το βράδυ.
Την επόμενη μέρα περνάμε από την αρένα της πόλης να δούμε τι παίζει με τις ταυρομαχίες.
Εκεί βρίσκω το φύλακα, με τον οποίο έχουμε ένα εκπληκτικό διάλογο, χωρίς να
μιλάει ο ένας τη γλώσσα του άλλου. Τον πείθω (!!!) να μας αφήσει να μπούμε στην
αρένα για φωτογραφίες, ενώ μαθαίνω (!!!) ότι για ταυρομαχίες πρέπει να ψάξουμε
βόρεια (Bilbao, San Sebastian) αυτή την εποχή και ότι από Σεπτέμβρη πάλι θα
είχε στις νότιες περιοχές (όλα αυτά στα ισπανικά….). Πάμε στο Alhambra να κάνουμε
μια προσπάθεια παρά τα όσα είχαμε ακούσει, όμως είχε μια τεράστια στριφογυριστή
ουρά, και από ότι έμαθα εκ των υστέρων ούτε οι μισοί από αυτούς δεν θα κατάφερναν
να μπουν. Χρειάζεται να κλείσει κανείς εισιτήριο από πολύ πριν, αρκεί βέβαια
να έχει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα (όχι σαν εμάς…). Πίσω στην πόλη για καφεδάκι,
ψώνια και περπάτημα, paella, ensalada, cerveza, σαγκρία αργότερα κτλ… Το βραδάκι
είχαμε και τον πρώτο ύπνο στη σκηνή χωρίς ισοθερμικό, κλίμα που θύμιζε πατρίδα…
Ξεκινάμε πολύ πρωί για να αποφύγουμε τη ζέστη, με προορισμό τη Sevilla. Εντύπωση μας κάνουν στο δρόμο οι πινακίδες που είναι γραμμένες και στα αραβικά, προφανώς γιατί υπάρχει μεγάλη κίνηση και προς την από κάτω ήπειρο, για Μαρόκο. Η Σεβίλλη, με το που μπαίνεις σου δίνει την αίσθηση πολύ περιποιημένης πόλης, με πολλά δέντρα, ενώ ακολουθεί το κλασικό μοτίβο (το παρατηρήσαμε στις περισσότερες πόλεις) χτισίματος γύρω από ένα ποτάμι, με γέφυρες στη μέση. Βρίσκουμε ένα χλιδάτο ξενοδοχείο σε λογική τιμή (Dona Carmela ***) και μετά από λίγη ξεκούραση επισκεπτόμαστε την Plaza Espana, μια από τις μεγαλύτερες και πιο επιβλητικές πλατείες σε όλη την Ισπανία…τεράστια με όμορφα κτήρια γύρω γύρω και πρασινάδα. Ένα ακόμα εντυπωσιακό κτήριο είναι ο καθεδρικός ναός, με πολύ ιδιαίτερη αρχιτεκτονική, ενώ δίπλα υπάρχει και το Αlcazar. Το απόγευμα είχαμε ένα καταπληκτικό πικ-νικ σε έναν αραβικό κήπο με πλακάκια, σιντριβάνια κτλ, ενώ το βράδυ το περάσαμε δίπλα στον ποταμό Guadalquivir απολαμβάνοντας μπυρίτσα (σε ανοικτό μπαρ) με 1.20 Ευρώ!!! και καλή μουσική
Αφήνουμε την όμορφη Σεβίλλη και κατευθυνόμαστε βόρεια, στο δρόμο όμως αποφασίζουμε να στρίψουμε για Πορτογαλία. Πράγματι πηγαίνουμε στο Badajoz και πριν να το καταλάβουμε είμαστε στην Πορτογαλία. Αρκετά μικρά φτωχικά σπιτάκια κατευθείαν, στάση για βενζίνη και ένα snack όπου διαπιστώνουμε ότι οι τιμές είναι κάπως τσιμπημένες σε σχέση με την Ισπανία, αλλά σε λογικά πάλι επίπεδα (κάτι σαν Ελλάδα) και ότι η γλώσσα καμία σχέση δεν έχει με την Ισπανική και άντε να συνεννοηθούμε (σαν Βραζιλιάνικα μου ακουγότανε). Φτωχό τοπίο, ξερά θερισμένα χωράφια, αέρας… πάμε πιο βόρεια, οπότε και αρχίζει να πλησιάζει η Serra da Estrella και το τοπίο πρασινίζει. Το βιοτικό επίπεδο εδώ φαίνεται καλύτερο ενώ τελικά φτάνοντας στην Guarda, είμαστε σε μια πόλη -χειμερινό θέρετρο- περιποιημένη. Βρίσκουμε κάμπινγκ στην κορυφή του χωριού, υπάρχει αρκετός αέρας και κρύο από το απόγευμα, όχι καλά σημάδια. Αργότερα θα κάνουμε μια βόλτα για περπάτημα στην πόλη, φαγητό στην τύχη από κατάλογο όπου δεν αναγνωρίζουμε τίποτα από τα αναγραφόμενα φαγητά στα Πορτογαλικά φυσικά, και επιστροφή στη βάση μας. (Σημ. Οι πορτογαλιδες είναι αναμφισβήτητα οι πιο άσχημες γυναίκες της Ευρώπης!) Και ενώ η ώρα είναι 21.30, κουρασμένοι από τα 520+ χιλιόμετρα της ημέρας και πάμε για ύπνο, παρατηρούμε γύρω ασυνήθιστη δραστηριότητα για αυτή την ώρα.
Το επόμενο πρωί ξυπνάμε
σε απόλυτη ησυχία (και 11 C… μπρρρ…) κατά τις 7 και κατά τις 8 παρά θέλουμε
να φύγουμε όμως η reception είναι κλειστή. Τέλος πάντων φύγαμε αλλά καταλάβαμε
αρκετά αργότερα το εξής παράδοξο, ότι η Πορτογαλία έχει 2 ώρες διαφορά με την
Ελλάδα, ενώ η Ισπανία που την περιβάλλει μόνο μια :)
Οδηγούμε προς Salamanca και με χαρά ξαναμπαίνουμε στο έδαφος της αγαπημένης
μας πια Ισπανίας. Προσπερνάμε Salamanca , τυχαία βγαίνουμε για λιγάκι έξω από
την autovia και πέφτουμε πάνω στο άγνωστο αλλά πολύ όμορφο Tordesillas. Συνεχίζουμε
για Valladolid και αποφασίζουμε να μείνουμε στο Burgos για το οποίο δεν ξέρουμε
τίποτα. Μπαίνοντας στην πόλη ο καιρός είναι έτοιμος για βροχή (αλλά θα κρατήσει
μέχρι να βρούμε ένα συμπαθητικό hostal) και η πόλη μας δίνει μια αδιάφορη εικόνα…
Τι λάθος!!! Το περπάτημα που ακολούθησε όλο το απόγευμα-βράδυ, μας αποκάλυψε
μια πραγματικά υπέροχη πόλη, από τις πιο ωραίες που είχαμε δει. Αυθεντική, ρομαντική,
καθαρή, γοητευτική. Από τις πιο καθαρές εικόνες ισπανικής ομορφιάς που μας έρχεται
στο μυαλό είναι αυτή της πόλης του Burgos. Το βραδάκι συνεχίσαμε την κατανάλωση
σανγκρίας, που όπως ίσως φαίνεται δεν χάναμε ευκαιρία να δοκιμάζουμε. (στα τοπικά
σουπερμαρκετ - mercados - τη βρίσκεις με ένα ευρώ το λίτρο, και είναι ωραιότατη
και γλυκόπιοτη)
Ξύπνημα με ψιλοβρόχι, αδιάβροχα, φόρτωμα μηχανής και πάμε για τη θάλασσα (San Sebastian) και τους Βάσκους! Εύκολα το καταλαβαίνει κανείς ότι είναι στους Bάσκους, γιατί η γλώσσα είναι πολύ διαφορετική, οι πινακίδες, οι επιγραφές, τα ονόματα των πόλεων όλα αλλάζουν (και φυσικά υπάρχουν διπλές ονομασίες και εδώ όπως στην Καταλονία). Υπάρχουν υβριστικές επιγραφές σε τοίχους και διαφορετική νοοτροπία, ενώ δεν χάνουν ευκαιρία να δείξουν τη διαφορετικότητά τους. Βρίσκουμε δωμάτιο λίγο έξω από την πόλη με ψιλοβρόχι, αλλά μέχρι να ταχτοποιηθούμε και να πάμε στο κέντρο έχει βγει κατάλληλος για καφεδάκι ήλιος. Το San Sebastian είναι φανερά πλούσια πόλη με χαρακτήρα, έχει το όμορφο ποτάμι της, θάλασσα (βέβαια εκεί που κάνανε μπάνιο χαρούμενοι, εμείς κοιτάγαμε με μπουφανάκι και νοσταλγία για το κλίμα της χώρας μας) και ένα ωραίο λόφο (Monte Igeldo) από το οποίο έχει κανείς πολύ ωραία θέα κάτω στην πόλη. Αναζητώντας φαγητό, καταλήγουμε σε ένα Pizza Hut, έτσι για συγκρίνουμε την κατάσταση με τη χώρα μας. Από εδώ και πέρα να σημειώσω ότι αρχίζουν να κοιτούν με πολύ ενδιαφέρον, έκπληξη και λίγο θαυμασμό την ελληνική πινακίδα της μηχανής. Το βραδάκι βρεθήκαμε σε παρακμιακό μπαρ πίσω από την πόλη προς το λιμάνι, με ντόπιο πληθυσμό και μπύρες τεράστιες (1 λίτρο εκάστη) των 3 ευρώ!
Αρκετή βροχή στο ξεκίνημα, αλλά δεν μας ανησυχεί, περιμέναμε ούτως ή άλλως βροχή σε αυτές τις περιοχές. Κατευθυνόμαστε προς Zaragoza μέσα σε έντονα πράσινο τοπίο (δάσος, ποτάμι δίπλα στο δρόμο), σύννεφα λίγο πάνω από το δρόμο και βροχή. Πολλά έργα στο δρόμο, καθώς υπήρχαν καταστροφές από πλημμύρες τις προηγούμενες μόλις ημέρες, ευτυχώς τις γλιτώσαμε. Μετά από πολύ καιρό, πληρώνουμε διόδια και μας κακοφαίνεται :). Αρχίζουμε να ανεβαίνουμε προς τα Πυρηναία, και η βροχή πέφτει με τον κουβά, ευτυχώς όμως δεν διαρκεί για πολύ. Το τοπίο είναι πολύ όμορφο, με γλυκά βουνά καταπράσινα και αρκετά χωριουδάκια. Σε ένα από αυτά αποφασίζουμε να μείνουμε, στο Broto που βρίσκεται κάτω από το εθνικό πάρκο Ordesa. Βρήκαμε ένα πάρα πολύ καλό ξενώνα με φιλικότατη τιμή και αφήσαμε τη μηχανή για βόλτες με τα πόδια. Μικρό το χωριό αλλά διαθέτει πολλές φυσικές ομορφιές, βουνά γύρω και έναν ωραίο καταρράκτη. Ο καιρός μας προκαλεί γέλιο, αφού τη μια στιγμή έχει ήλιο και βλέπεις την απέναντι κορυφή (κάτι σαν την Γκαμήλα πάνω από το Πάπιγκο) και μέσα σε 10 λεπτά βρέχει και δε βλέπεις τίποτα από τη συννεφιά. Δοκιμάζουμε τη 'χωριάτικη' εκδοχή μερικών γνωστών γεύσεων και το βράδυ καταλήγουμε κατά τύχη σε πολυτελές εστιατόριο με καλό φαγητό και τιμές.
Μετά από ένα θεσπέσιο πρωινό, φεύγουμε ακολουθώντας ορεινούς δρόμους στα Πυρηναία προς Ανδόρα υπό την απειλή βροχής. Εκεί συναντούμε ένα δύσκολο κομμάτι έργων 25 Κμ, με αρκετό χωματόδρομο και υποσχέσεις καλών λασπουριών (που ήταν το τελευταίο που ήθελα με τόσο φορτίο σε αυτό το σημείο) αλλά τελικά περνάμε και με αρκετή βροχή φτάνουμε στο Le su d'Urgell, κάτω από την Ανδόρα. Τα τακάκια μου εμπρός είχαν τελειώσει ως εδώ οπότε έκανα την κατάβαση υπό βροχή με το πίσω φρένο, μόνη μου ελπίδα η Ανδόρα που πλησίαζε. Φτάνουμε στην Andorra la Vella με άθλιο καιρό, βρίσκουμε ένα καλό ξενοδοχείο και προσπαθώ να δω τι παίζει στα μοτομαγαζιά της περιοχής. Λοιπόν, παρά τις μεγάλες μου προσδοκίες, δεν βγήκα κάτι εντυπωσιακό. Πήγα σε 4-5 μαγαζιά (πρέπει να υπήρχαν άλλα τόσα), υπάρχουν πάρα πολλά κράνη και ήδη ένδυσης, με τιμές καλύτερες από ότι εδώ αλλά όχι καλύτερες από αυτές που μπορείς να βρεις στο internet. Δυστυχώς από ανταλλακτικά δεν υπήρχαν πολλά πράγματα, με δυσκολία βρήκα στο τελευταίο μαγαζί τακάκια για το ΤΑ, ενώ για χούφτες enduro και ανάρτηση που το σκεφτόμουνα, δεν είδα τίποτα. Εν συνεχεία πήγαμε σε κάποια άλλα καταστήματα με αρώματα, καλλυντικά (η συνοδηγός διαπίστωσε μεγάλες διαφορές στις τιμές σε σχέση με εδώ γιαυτό και εξοπλιστήκαμε!) φωτογραφικές μηχανές κτλ… Ο καιρός όμως δεν επέτρεπε πολλά οπότε γυρίσαμε στο ξενοδοχείο και ξαναβγήκαμε μόνο το βράδυ που είχε κρατήσει αλλά τα μαγαζιά είχαν πλέον κλίσει. Στο γκαράζ του ξενοδοχείου βρήκα την ευκαιρία και άλλαξα τα τακάκια, οπότε έφυγε και το άγχος αυτό, μόνο το λάστιχο με ανησυχούσε λιγάκι πλέον που τελείωνε αλλά όχι επικίνδυνα,.
Μετά από ένα από τα καλύτερα πρωινά της εκδρομής με φρεσκοψημένα κρουασανάκια, τσουρεκάκια με free re-fill από μπουφέ και όλα τα καλά, φεύγουμε ανατολικά για Γαλλία και ένα κομμάτι των Πυρηναίων εκεί. Βρέχει... Αφήνουμε με θλίψη πίσω μας την Ισπανία που τόσο αγαπήσαμε, και μπαίνουμε σε ένα τοπίο σαφώς όχι τόσο όμορφο όσο τα ισπανικά Πυρηναία, χωριά ξενέρωτα, χωρίς ζωή, μέσα στην υγρασία. Περνάμε ξανά από το Perpignan, πάλι φυσάει (τι έκπληξη….) και σταματάμε στο Montpellier. Μπλέκουμε λίγο στην κίνηση, και τελικά διαλέγουμε ένα ξενοδοχείο να ξεμπερδεύουμε, αλλά δυστυχώς η επιλογή ήταν κακή αφού το ξενοδοχείο απεδείχθη στην πορεία αθλιότατο, τουλάχιστον δεν ήταν ακριβό. Παρκάρισμα η μηχανή στο δρόμο για τη νύχτα για πρώτη φορά, δε μου άρεσε αλλά τουλάχιστον ήταν πεζόδρομος…Βόλτα στην πόλη, η οποία επιβεβαιώνει τις υποψίες μας για την αθλιότητα των γάλλων. Άθλια κατάσταση, μιζέρια, βρώμα και φασαρία. Ίσως κάποιοι να βρίσκανε την πόλη αυτή γραφική, εμείς δεν θα θέλαμε με τίποτα να μείνουμε εκεί ποτέ. Πολλοί άστεγοι. ντυσίματα και κουρέματα γελοία, brake dance
στο δρόμο και ατμόσφαιρα παρακμής αμερικάνικης ταινίας.
Ξημερώνει, μαζεύουμε τα πράγματα μας και αφήνουμε το απαίσιο ξενοδοχείο. Ενώ φορτώνω τη μηχανή, έρχεται δίπλα ένα κοριτσάκι με ένα ποδήλατο και το παρκάρει. Αρχίζει λοιπόν και βγάζει από ένα σακίδιο που είχε, μια τεράστια αλυσίδα Abus την οποία διπλοπέρασε από το σκελετό, καθώς και ένα πέταλο της ίδιας μάρκας, από τα πιο ακριβά-ισχυρά. Διάφορες σκέψεις πέρασαν για το πόσο ασφαλές ήταν το σημείο που είχα αφήσει τελικά το ΤΑ για το βράδυ, αλλά προσπάθησα να τις διώξω γρήγορα, όπως και τις περισσότερες λεπτομέρειες γύρω από το Montpellier. Συνεχίζουμε για Grenoble από την εθνική (τα διόδια και στη Γαλλία έχουν το ίδιο σύστημα με την Ιταλία, απόδειξη στην είσοδο και εξόφληση στην έξοδο, είναι όμως πιο ακριβά) όπου συναντάμε ακόμα χειρότερο αέρα. Μιλάμε για πολύ αέρα, ο οποίος ήταν τουλάχιστον σχεδόν μετωπικός έκανε όμως πάρα πολύ αισθητή την παρουσία του και με μεγάλη διάρκεια (για καμιά 200αριά χλμ ήταν έτσι). Φτάνουμε στο Grenoble… "μαύρη είναι η νύχτα στα βουνά" άλλά περιέργως δε βρέχει. Μετά από ένα πρόχειρο φαγητό και ζεστό ρόφημα κατάλληλο για την ατμόσφαιρα, συναντάμε ένα γνωστό μου από τη διεθνή λίστα με τα Africa και φεύγουμε για λίγο πιο βόρεια προς το σπίτι του. Η περιοχή που πήγαμε λεγόταν Le Cheylas (δύσκολα εντοπίζεται στο χάρτη) και ήταν ένα προάστιο αρκετά όμορφο, ήταν οι πρώτες εικόνες από τη γαλλική φύση που μας άρεσαν (παρά τη βροχή που έπεφτε στην 20λεπτη διαδρομή μας). Ταυτόχρονα όλα ήταν περιποιημένα και καθαρά, τα σπίτια, οι άνθρωποι, οι δρόμοι έδιναν μια αίσθηση ηρεμίας και τάξης. Στο σπίτι του J-C περάσαμε πάρα πολύ ωραία, ήταν από τις πιο όμορφες στιγμές της εκδρομής. Μας φιλοξένησαν για το βράδυ, είχαμε την ευκαιρία να δοκιμάσουμε ένα παραδοσιακό γαλλικό δείπνο (με τα πολλά διαδοχικά πιάτα περίεργων συνδυασμών όπως πεπόνι+σαλάμι, μοσχαράκι μισοψημένο με το αίμα, πατέ κτλ…) κρασί, κουβεντούλα και ζεστή ατμόσφαιρα, τη στιγμή που έξω έπεφτε έντονα βροχή. Εδώ μάθαμε ότι ο αέρας που συναντήσαμε ανεβαίνοντας δεν ήταν τυχαίο φαινόμενο. Όλη η περιοχή (από Μασσαλία προς Γκρενομπλ) είναι μια κοιλάδα στην οποία δημιουργείται ένα ρεύμα από τα γύρω βουνά με κατεύθυνση προς τη θάλασσα, το οποίο μάλιστα έχει και όνομα - Mistral
Την επόμενη μέρα, ο J-C που είχε ξυπνήσει νωρίτερα, μου δίνει αναφορά για την κατάσταση του ΤΑ μου, έλεγξε τον αέρα στα ελαστικά, τη στάθμη του λαδιού, καθώς και το βάθος πέλματος στο πίσω ελαστικό. Εκεί είχαμε μια διαφορά, καθώς κατά τη γνώμη του το ελαστικό είχε φαγωθεί, και γιαυτό είχε πάρει ήδη τηλέφωνο σε 2 μαγαζιά σε κοντινές πόλεις και είχε κανονίσει αν ήθελα να πάμε να μας το αλλάξουν, ενώ εγώ υποστήριζα ότι ειδικές σκληρυντικές διαδικασίες του ελληνικού καλοκαιριού θα το έκαναν να κρατήσει περισσότερα από όσο είχε δει ποτέ στα μέρη του (το ελαστικό αυτό με συνόδευσε σε όλη τη διάρκεια της θητείας μου στο ναυτικό, είχε λοιπόν στην πλάτη του 2 καλοκαίρια ελληνικά….). Συνεχίζουμε να τον απογοητεύουμε αφού είχε σχεδιάσει εκδρομές (εμείς με το ΤΑ αυτός με το ΑΤ μόνος του όμως γιατί η Μαρί, η γυναίκα του, δεν έχει καλή σχέση με αυτά) προς τα ανατολικά, Mont Blanc κτλ και διανυκτέρευση πάλι εκεί μετά από τόσα χιλιόμετρα, όμως δεν θέλαμε να εκμεταλλευτούμε τη φιλοξενία του και αποφασίσαμε να φύγουμε, τουλάχιστον συμφωνήσαμε να πάμε παρέα μέχρι την Ελβετία έτσι για εκδρομή! Ανεβαίνουμε βόρεια από επαρχιακούς δρόμους, και χάρη σε δική του πρωτοβουλία κάνουμε παράκαμψη για να μπούμε στο Annecy…. Αααχχχ… το Annecy. Κρίνοντας μετά το πέρας της εκδρομής, η πιο ωραία πόλη που έχουμε δει. Γεμάτη νερά, ποταμάκια, γεφυρούλες, κύκνους παπάκια, λουλούδια σε όλα τα σπίτια παράθυρα γέφυρες μπαλκόνια όπου μπορείς να δεις. Ότι μπορεί να είχαμε στο μυαλό μας για παραμυθένια πόλη, αντικαταστάθηκε με τις πραγματικές εικόνες από το Annecy. Πιο δίπλα υπάρχει και μια λίμνη (Le Lac!) στην οποία κάνουν κρουαζιέρες πλωτά εστιατόρια με μεγάλες τζαμαρίες, μια πολυτέλεια που ίσως να άξιζε υπό άλλες συνθήκες. Φεύγουμε από το Annecy με βαριά καρδιά, πολύ θα θέλαμε να μείνουμε ένα βράδυ εκεί, από την άλλη όμως σκεπτόμαστε πόσο τυχεροί ήμασταν που περάσαμε από μέσα τη στιγμή που μόνοι μας θα το προσπερνάγαμε… Φτάνουμε (από εθνική) στα σύνορα με Ελβετία. Σταματάμε για έλεγχο (δεν έγινε) και αγορά του τσουχτερού αυτοκόλλητου (30 Ευρώ) που αναγκαστικά πρέπει να πάρεις αν χρησιμοποιήσεις εθνική, το έχουν αντί για διόδια, ισχύει ένα χρόνο για απεριόριστες διαδρομές στο εθνικό δίκτυο. Εκεί δίπλα είναι η πόλη της Γενεύης, δίπλα στη μεγάλη ομώνυμη λίμνη. Δεν είχαμε την ευκαιρία να την περπατήσουμε και να δούμε τις όποιες κρυμμένες ομορφιές της, η πρώτη αίσθηση όμως είναι αδιάφορη, μεγάλες πολυκατοικίες με πάμπολλα μαγαζιά, τράπεζες, εστιατόρια. Σταματάμε μετά από συμβουλή του J-C για φαγητό σε υπαίθρια παραλίμνια καντίνα, ενώ εμείς θέλαμε να πάμε να κεράσουμε τον άνθρωπο ένα φαγητό σε εστιατόριο, για να ανταποδώσουμε τη φιλοξενία του. Τελικά καλύτερα έτσι, αφού για 4 σάντουιτς από την καντίνα 2 παγωτά και τρία πλαστικά ποτηράκια μπύρα πληρώσαμε τα μαλλιοκέφαλά μας (44 Φράγκα) κάνοντας μας να αναρωτηθούμε για το επίπεδο των μισθών των Ελβετών…
Κάπου εκεί με λύπη αποχωριζόμαστε με τον Jean-Claude και συνεχίζουμε δίπλα στη
λίμνη από την νότια της πλευρά (προς Thonon Le Bains) με στόχο ένα μικρό χωριουδάκι
κάπου εκεί παρακάτω, το Vinzier. Εκεί με ελάχιστος κόστος μας φιλοξένησαν οι
Stephen & Jennifer (πάλι από τη διεθνή ΤΑ mailing list) στο σπίτι τους,
και είχαμε την ευκαιρία για 2 ημέρες να απολαύσουμε την πραγματικά όμορφη φύση
της Σαβοΐας. Απέραντες εκτάσεις με έντονα πράσινες χορταριασμένες εκτάσεις,
πυκνά δάση και ξυλά βουνά, χωριουδάκια με κουκλόσπιτα και παντού λουλούδια,
κατακόκκινα λουλούδια σα γεράνια. Το πρώτο απόγευμα δεν κάναμε και πολλά, περπατήσαμε
μέχρι το βράδυ γύρω από το χωριό και μετά απολαύσαμε σπιτικό φαγητό (της Αναστασίας)
και κρασί. Την επόμενη μέρα, 2 ΤΑ και ένα 125άρι Varadero φίλου τους πήγαμε
για πικ νικ σε κοντινά βουνά (pre-Alps λέγονται) με περάσματα έως 1500 μ υψόμετρο,
και περιέργως, καλό καιρό! Στην επιστροφή παγωτάκι στη λίμνη της Γενεύης, ενώ
εμείς αποσπαστήκαμε για μια βόλτα μέχρι το κοντινό Evian (δεν θα μπορούσα να
πείσω την Αναστασία να μην πάμε…). Ωραία πόλη βέβαια, αλλά περισσότερο εντυπωσιακή
η αεροπορική επίδειξη που γινόταν, που μας άφησε με το στόμα ανοικτό. Ακολούθησαν
άλλο ένα βράδυ με όμορφη σπιτική ατμόσφαιρα και ένα ακόμα καταπληκτικό πρωινό
στο τραπεζάκι του κήπου (με θέα στο Mont Blanc όταν δεν έχει βαριά νέφωση),
με λιακάδα και όλη την όμορφη αυτή φύση γύρω μας.
Ξεκινάμε για τις Άλπεις, με την ελπίδα ότι ο καιρός θα κρατήσει λιγάκι να δούμε και τίποτα. Μπαίνουμε στη γαλλόφωνη Ελβετία ξανά και περνάμε από μερικά χωριουδάκια που μας θυμίζουν έντονα στουμφοχωριά! Σε ένα από αυτά (Morgins) στην πλατεία υπήρχε ένας μηχανισμός με 15-20 καμπάνες που έπαιζε καταπληκτικές γλυκές μελωδίες, που ακούγοντας σε όλη την κοιλάδα…
Χωρίς να το καταλάβουμε μπαίνουμε σε γερμανόφωνο τμήμα της Ελβετίας (πιο λιτό, αυστηρό περιβάλλον) και επιτέλους βλέπουμε τις πρώτες πινακίδες για τα διάσημα περάσματα. Τρέχουμε προς τα εκεί, ανακουφισμένοι κάπως αφού ο καιρός είναι 'καλός' για τα δεδομένα της περιοχής, δηλαδή δεν έχει χαμηλά σύννεφα που εμποδίζουν την όραση και δεν βρέχει - προς το παρών. Φτάνουμε στο σταυροδρόμι για Grimsel και Furkapass. Το Grimsel το βλέπουμε από τη βάση του να ορθώνεται εμπρός μας, εντυπωσιακός δρόμος αλλά τίποτα περισσότερο (εκ των υστέρων έμαθα ότι απλά ανεβαίνεις για τη θέα και μετά κατεβαίνεις), ίσως κάποια άλλη φορά. Αρχίζουμε να ανεβαίνουμε το για το furkapass, ενώ διάφορα μηχανάκια (κυρίως γερμανικά) λυσσάνε τριγύρω μας. Αντικρίζω το glacier-χαζεύω, απόκοσμο θέαμα. Πρόκειται για ένα παγετώνα, ένα παγωμένο ποτάμι κατά κάποιο τρόπο που δημιουργείται στα βουνά και κατεβαίνει πολύ αργά (γύρω στο ένα μέτρο τη μέρα) προς τα εκεί, όπου και λιώνει και γκρεμίζεται ακριβώς δίπλα από το δρόμο! Μετά τις σχετικές φωτό από το δρόμο αλλά και από το μαγαζί με τουριστικά που είναι στην κορυφή (και προσφέρει πολύ καλή θέα στο φαινόμενο αυτό), περνάμε το υψηλότερο σημείο (2436 μέτρα και το βαρυφορτωμένο ΤΑ ανταποκρίνεται, λίγο κομπιασμένα μεν αλλά με ήπιους χειρισμούς δεν παραπονιέται) και αρχίζει η κατάβαση, με βροχούλα και πολύ στενό δρόμο (3 μ και τα δυο ρεύματα μαζί) κίνηση από το αντίθετο ρεύμα και κανένα προστατευτικό να σε χωρίζει από τη γκρεμουριά. Συνεχίζουμε για το St. Gottard pass, το ποίο είναι εντυπωσιακό πάλι αλλά για άλλο λόγο, για την κατασκευή του δρόμου (έχει κάτι εντυπωσιακές γέφυρες στις στροφές, δυστυχώς είναι δύσκολο να σταματήσεις για φωτό εκεί) και ωραία θέα στο δρόμο κάτω, από την κορυφή.
Προχωράμε προς λίμνη Maggiore στα σύνορα με Ιταλία, μένουμε σε ένα κάμπινγκ σε ελβετικό έδαφος και το απογευματάκι περνάμε Ιταλία και κόβουμε βόλτες στο Luino. Συμπαθητικό, με φανερά διαφορετικό χαρακτήρα, λόγω Ιταλίας φυσικά. Γυρίζουμε για ένα υπνάκο για τελευταία φορά σε Ελβετικό έδαφος, και από το παραθυράκι του τροχόσπιτου που μέναμε βλέπουμε αστραπές και τρομερή καταιγίδα έξω.
Ξημερώνει μια ηλιόλουστη μέρα, και πρωί πρωί δεχόμαστε επίσκεψη από τον ιταλό Luca, ένα ακόμα μέλος της διεθνούς ΤΑ λίστας αλληλογραφίας. Αφού τα λέμε για καμία ωρίτσα, και μετά τις σχετικές φωτό των 2 κόκκινων ΤΑ 600, φεύγουμε συνοδεία του για ένα εργοστάσιο σοκολάτας εκεί κοντά (μιαμ….) και εν συνεχεία για Lugano. Μας κάνει μια σύντομη ξενάγηση, στάση για κουβεντούλα, δοκιμή στις ελβετικές σοκολάτες, και συνεχίζουμε για λίμνη Como. Κάπου εκεί χαιρετάμε και τον Luca για να συνεχίζουμε μόνοι γύρω από τις πολύ όμορφες λίμνες Lugano και Como, με πρασινάδα ωραία νερά και πλούσια γραφικά χωριά. Κάτι ο καλός καιρός, κάτι το ωραίο τοπίο παρά το μέτριο δρόμο, οι Ιταλοί στρητάδες πέρναγαν δίπλα μας τελείως αφηνιασμένοι με τρομερά αγριεμένη οδήγηση, προσφέροντας ωραίο θέαμα (μηχανές και ντύσιμο τελευταίας τεχνολογίας όλοι). Το Como δεν το είδαμε καλά, ένα πέρασμα με τη μηχανή κάναμε μέσα από την πόλη, δε μας άρεσε αλλά έχουμε ακούσει και καλά λόγια οπότε δεν το σχολιάζω παραπέρα, πιάνουμε μετά από καιρό την autostrada και συνεχίζουμε για Bologna. Στο δρόμο βλέπουμε με συγκίνηση έλληνα νταλικέρη (τρομερή επικοινωνία με χαιρετούρες από εμάς, κόρνα και φώτα από μεριά του) και συνειδητοποιούμε ότι από τη στιγμή που φύγαμε από Ανκόνα, με εξαίρεση 3 μηχανές σε ένα κάμπινγκ στη Βαρκελώνη, δεν είδαμε κανένα ελληνικό όχημα σε όλη τη διαδρομή… Μπαίνουμε Bologna, βρίσκουμε με λίγη προσπάθεια το εντυπωσιακής ποιότητας κάμπινγκ Citta di Bologna, και αρχίζουμε τις σπατάλες (τελευταία νύχτα!) νοικιάζοντας σαλέ, (φεύγουμε για την πόλη και…) συνεχίζουμε τρώγοντας σε ωραίο κινέζικο εστιατόριο! Αρχικά η πόλη δεν μας είχε φανεί ενδιαφέρουσα, αλλά με προσεκτικότερη ματιά (κάτι που σχεδόν πάντα συμβαίνει ΜΟΝΟ αν αφήσεις τη μηχανή και αρχίσεις το περπάτημα) μας αποκάλυψε ένα υπέροχο κέντρο. Ικανοποιημένοι γυρίζουμε πίσω, με μια μικρή θλίψη, καθώς νοιώθουμε το τέλος αναπόφευκτα να πλησιάζει.
Ξύπνημα χωρίς βιασύνες και κατευθείαν autostrada (είσοδος δίπλα στο κάμπινγκ) για Ανκόνα. Πολύ κίνηση (ειδικά μετά το Rimini που χάνεις την 3η λωρίδα ανά ρεύμα), καλός καιρός περιέργως και τις πινακίδες για Ancona παντού να μας συνοδεύουν. Δυστυχώς στην είσοδο της πόλης, γύρω στα 16 Κμ πιο πριν, αναγκαστικά βγαίνουμε σε παράκαμψη από την αστυνομία και τρώμε τρομερό μποτιλιάρισμα μέχρι το λιμάνι, κάτι που συμβαίνει συχνά από ότι μαθαίνω. Αγοράζουμε προμήθειες, εισιτήρια, τακτοποιούμαστε στο καράβι και στις ώρες τις επιστροφής αναλογιζόμαστε τα όσα ζήσαμε, προσπαθούμε να βάλουμε σε μια σειρά τις αναμνήσεις…..μέχρι την επόμενη φορά, που μετά την τρομερή ικανοποίηση που μας έδωσε αυτό το ταξίδι, σίγουρα δεν θα αργήσει…
Παρατηρήσεις-Συμβουλες
1) Ρουχισμός. Αν και είχαμε
μεγάλες αμφιβολίες ξεκινώντας από ελλάδα με 35 βαθμούς, φορέσαμε τα δερμάτινα
πανω κάτω και δεν το μετανειώσαμε ούτε για ένα δευτερόλεπτο από τη στιγμή που
πατήσαμε Ιταλία. Άλλες θερμοκρασίες, άλλο κλίμα, ακόμα και στην πιο ηλιόλουστη
μέρα στην Ισπανία, τα βρήκαμε χρήσιμα. Για τη βροχή χρησιμοποιήσαμε από ένα
σετ αδιάβροχα (συν γάντια γκέτες κτλ) που είναι πιο πρακτικα για πολυήμερο ταξίδι,
αφου βγάζοντας τα μπορείς να τα στεγνώσεις αμέσως και να τα κρατήσεις στη σκηνή,
σε αντίθεση με ένα cordura μπουφαν.)
2) Εξοπλισμός καμπινγκ. Δεν είμαι ο πιο ειδικός στο θέμα, αλλα απαραιτήτως προτείνω
φουσκωτό στρώμα αέρα σε πολυήμερο ταξίδι, που προσφέρει ανετο ύπνο και απομόνωση
από το συνήθως κρύο και υγρό έδαφος. Σε συνδιασμό με μια τρόμπα ηλεκτρική (12V)
η χρήση γίνεται παιχνιδάκι, αφού το φούσκωμα (αλλα και το σημαντικό ξεφούσκωμα)
κρατάει περίπου 1-2 λεπτά για στρώμα 2 ατόμων
3) 8100 Km, 25 ημέρες. Αρκετά χαλαρός ρυθμός, με λίγες διπλές διανυκτερέυσεις
αλλά συνολικά χωρίς ιδιαίτερη κούραση. Τελικά αυτό που μετράει περισσότερο απο
τα χιλιόμετρα που βγάζει κανείς είναι ο καιρός που μένεις σε επαφή με το ξένο
μέρος. Καλύτερα να βγάζει κανείς τόσα χιλιόμετρα οσα του επιτρέπει ο διαθέσιμος
χρόνος να καλύψει με άνεση εξερευνώντας πραγματικά το μέρος απο το οποίο περνάει,
παρά καλύπτωντας χιλιάδες χιλιομέτρων χωρίς τελικά νόημα, χωρίς να γνωρίζει
το μέρος απο το οποίο διέρχεται.